Μάχη δίνει ο σύζυγος της εγκύου , Δέσποινας Καραγεωργίου που μαζί με το 7 μηνών αγέννητο μωρό της έφυγαν άδοξα από τη ζωή , τον Απρίλιο του 2021.
Ο φριχτός Γολγοθάς του ανθρώπου , που σε μια στιγμή έχασε τη γυναίκα και το παιδί του , δεν σταμάτησε ποτέ.
Καταγγέλλει λάθη και παραλείψεις των γιατρών , στους οποίους ρίχνει την ευθύνη του θανάτου της 35χρονης Δέσποινας.
Μαζί του , στο πλευρό του , βρίσκονται ο πατέρας και ο αδελφός της άτυχης Δέσποινας.
“Ήταν δύσκολες οι στιγμές και έχει να κάνει με τον τρόπο που έγινε η αντιμετώπιση του θανάτου της Δέσποινας από τη μια κατηγορούμενη. Ειπώθηκαν πράγματα που στην πραγματικότητα δεν ήταν έτσι. Με αποκάλεσε ψεύτη, πράγματα που δεν μπορείς να τα ακούς μέσα στο δικαστήριο. Περίμενα ένα ίχνος μεταμέλειας, όμως δεν έγινε αυτό”, δήλωσε στο Star ο σύζυγος της αδικοχαμένης Δέσποινας.
“Ακόμα και ισόβια να μπει κάποιος, για μας δεν αποτελεί δικαίωση. Απλά θα καταδικαστεί η συμπεριφορά ενός γιατρού που έδρασε όχι ανθρώπινα”, τονίζει ο σύζυγός της.
“Δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που είπε η πρώτη κατηγορούμενη, ότι ζητά συγγνώμη, η οποία δεν έχει έρθει εδώ και δύο χρόνια. Η κόρη μας και το αγέννητο παιδί έχουν φύγει, ο πόνος είναι αβάσταχτος. Ζητώ όλες τις ευθύνες που έχουν να τις πληρώσουν εδώ”, δήλωσε ο πατέρας της κοπέλας και πρόσθεσε ότι καμία ποινή δε θα αποκαταστήσει την κόρη του.
Τι κατέθεσαν οι τέσσερις κατηγορούμενοι γιατροί και νοσηλευτές
Κατά τη διάρκεια της δίκης απολογήθηκαν και οι τέσσερις κατηγορούμενοι oι δύο γιατροί, μία νοσηλεύτρια και μία μαία.
Η νοσηλεύτρια υποστήριξε πως “το βράδυ εκείνο εκτελούσα χρέη βοηθού νοσηλεύτριας. Εκτέλεσα τις οδηγίες της ειδικού όπως ακριβώς δόθηκαν. Εγώ δεν είχα καμία τηλεφωνική επικοινωνία με το ιατρικό προσωπικό και δεν αντιλήφθηκα αν και από ποιους αντιμετωπιζόταν το περιστατικό.
Όταν υπήρξε επιδείνωση της κατάστασης, η μαία μου είπε ότι θα καλέσει αμέσως την ειδικευόμενη να προσέλθει και εκεί έμεινε η δική μου ανάμειξη”, ισχυρίστηκε και πρόσθεσε: “Την επόμενη φορά που μπήκαμε στον θάλαμο, η ασθενής ήταν σε άσχημη κατάσταση. Η ασθενής προσήλθε στην κλινική μας σε πολύ κακή κατάσταση, με πολύ έντονους πόνους και χωρίς να έχει τη δυνατότητα αυτοεξυπηρέτησης. Ήταν η πρώτη φορά που είδα ένα τέτοιο περιστατικό στην κλινική”.
Η μαία με τη σειρά της είπε ότι “έχω έντονη συναισθηματική φόρτιση αυτή την ώρα που καταθέτω. Περιγράφω όμως τα γεγονότα που έγιναν κατά τη διάρκεια της βάρδιάς μου. Η κατάσταση της ασθενούς δεν ήταν καλή, δε μπορούσε να σταθεί όρθια, καθόταν σε καρότσι και είχε έντονη εφίδρωση. Επικοινώνησα πολλές φορές με την υπεύθυνη γιατρό της εφημερίας και την ενημέρωνα συνεχώς για την κατάσταση της ασθενούς, η οποία παρέμενε σταθερή”.
Η κατάσταση της υγείας της Δέσποινας όμως επιδεινώθηκε ραγδαία.
“Η πρώτη μεταβολή έγινε στις ζωτικές της ενδείξεις περί τις τέσσερις το πρωί και ενημέρωσα αμέσως τη γιατρό, η οποία έλαβε και τις αποφάσεις. Η επιδείνωση της κατάστασης ήταν ραγδαία. Γύρω στις 6 το πρωί όπου σε συνήθη επίσκεψή μας το αντιληφθήκαμε αμέσως. Η νοσηλεύτρια ειδοποίησε κατόπιν υποδείξεώς μου τη γιατρό, που παρόλες τις προσπάθειες που έγιναν αμέσως από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, δυστυχώς η ασθενής κατέληξε”.
Στο δικαστήριο κατέθεσαν και οι δύο γιατροί. Η ειδικευόμενη γιατρός υποστήριξε: “Συνόδευα την ειδικό γιατρό στα επείγοντα, όπου είχε εισαχθεί η ασθενής. Η ειδικός έκανε την εισαγωγή της και με διάγνωση ουρολοίμωξη, πιθανή πυελονεφρίτιδα και έδωσε τις ιατρικές οδηγίες. Όταν κλήθηκα από τη μαία, η ασθενής δεν είχε κάποια σημαντική αλλαγή, αντιθέτως τα ζωτικά της σημεία ήταν φυσιολογικά, γι΄αυτό και δεν ενημέρωσα κατά τη διάρξεια της νύχτας την ειδικό γιατρό”.
Από την πλευρά της, η ειδικός γιατρός κατέθεσε: “Κλήθηκα στα επείγοντα περιστατικά, όπου είχε προσέλθει η ασθενής στην 31η εβδομάδα κύησης με άλγος στην κοιλιακή χώρα. Προέβη σε σειρά εργαστηριακών εξετάσεων και καρδιοτοογράφημα, από το οποίο δεν προέκυψε μαιευτικό ζήτημα, αλλά παθολογικής φύσεως πρόβλημα και συγκεκριμένα στο ουροποιητικό σύστημα. Η ασθενής είχε προσέλθει και στις 11 Απριλίου, οπότε είχε διαγνωστεί με ουρολοίμωξη και λάμβανε αντιβίωση.
Μετά από δυόμισι ώρες που παρακολουθήκε και εξετάστηκε στα επείγοντα, έγινε εισαγωγή στην κλινική και έδωσα οδηγίες για την αντιμετώπιση της ουρολοίμωξης. Από τις 2:30 το βράδυ που αναχώρησα από την κλινική, δεν είχα από κανέναν καμία ενημέρωση και το επόμενη τηλεφώνημα που δέχτηκα ήταν στις 6:25 το πρωί. Η διάγνωσή μου δεν ήταν λανθασμένη, σύμφωνα με τα ευρήματα των εξετάσεων. Η ρήξη της μήτρας συνέβη μετά τις 3 τη νύχτα, οπότε εγώ δεν ήμουν εκεί και δεν είχα ούτε εικόνα, ούτε ενημέρωση”.